Η τύχη να έχεις αυτούς τους δύο...

Η τύχη να έχεις αυτούς τους δύο...


Εβλεπα χθες βράδυ τον Ολυμπιακό στην Ευρωλίγκα να περνά νταϊλίδικα και από τη χώρα των Βάσκων γυρίζοντας το ματς με την Μπασκόνια και σκεφτόμουν ότι σε όλα τα σπορ για να δημιουργηθεί μια καλή ομάδα χρειάζεται και λίγη τύχη. Στην περίπτωση του μπασκετικού Ολυμπιακού η τύχη έχει ονοματεπώνυμο. Λέγεται Σάσα Βεζένκοφ και Κώστας Σλούκας.

Η τύχη του Ολυμπιακού στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι ότι οι δυο αντικατέστησαν, φύσει και θέσει, σε χρόνο ρεκόρ, το κορυφαίο ίσως δίδυμο στην ιστορία του Ολυμπιακού, δηλαδή το «Σπανούλης – Πρίντεζης», αλλά το ότι υπάρχουν σήμερα στην ομάδα γιατί το ήθελαν οι ίδιοι, παρά τα πολλά που κατά καιρούς συνέβησαν για να αγωνίζονται αλλού. Και για τους δυο ο Ολυμπιακός υπήρξε μια πραγματική επιλογή ζωής: θέλουν να βρίσκονται στην ομάδα, να γράψουν σελίδες της ιστορίας της, να λειτουργήσουν όχι απλά σαν καλοί παίκτες, αλλά σαν ηγετικές παρουσίες – κι αυτό φαίνεται. Αλλά καλά είναι κάποια πράγματα να τα θυμίζουμε για να μην τα ξεχνά κι ο κόσμος του Ολυμπιακού, που είναι πάντα ένας σκληρός και δύσκολος κριτής για όλους.

https://resources.sport-fm.gr/supersportFM/images/news/22/10/06/3534690_133032.jpg?w=880&f=bicubic

Τρεις φορές τυχερός  

Στην περίπτωση του Βεζένκοφ ο Ολυμπιακός στάθηκε τρεις φορές τυχερός. Την πρώτη φορά γιατί τον απέκτησε. Τη δεύτερη γιατί ο Σάσα δεν τα παράτησε στην πρώτη δυσκολία όπως άλλοι κι άλλοι. Την τρίτη γιατί προτίμησε να μείνει στην ομάδα πέρυσι το καλοκαίρι παρά τις σειρήνες του ΝΒΑ. Τίποτα από όλα αυτά δε υπήρξε απλό. Ας τα θυμηθούμε.

Πολλοί βλέποντας τις τρομερές εμφανίσεις του Βεζένκοφ θεωρούν τον Ιωάννη Παπαπέτρου και την απόφασή του να φύγει από τον Ολυμπιακό για να πάει στον Παναθηναϊκό το καλοκαίρι του 2018, ως τον άνθρωπο που έκανε στον πρωταθλητή ένα δώρο τεράστιο. Εν τέλει έτσι έγινε, αλλά για να φτάσει ο Βεζένκοφ στην τωρινή του οργιώδη κατάσταση, χρειάστηκαν πολλά. Ο Σάσα ήρθε με χαρά να βρει τον Ντέιβιντ Μπλάτ κι ο Μπλάτ δεν έβαλε κανένα βέτο παραμονής του Παπαπέτρου, όπως νομίζω πως θα έκανε κάθε Ελληνας προπονητής: και σε αυτό ο Ολυμπιακός ήταν τυχερός. Αλλά η συνύπαρξη του Μπλατ με τον Βεζένκοφ δεν υπήρξε η καλύτερη – κι όχι γιατί ο Αμερικάνος κόουτς είχε απαραίτητα άδικο. Ο Βεζένκοφ έπρεπε να δυναμώσει, να γίνει πιο γρήγορος, να κρατήσει το χρήσιμο στυλ παιγνιδιού του στην επίθεση, αλλά να αλλάξει πολλά στην άμυνα – κοινώς να δουλέψει πολύ. Ο Βεζένκοφ το 2018 δεν ήταν κανα παιδάκι – ήταν τρία χρόνια στη Μπαρτσελόνα και στα 20 του είχε βγει πρώτος σκόρερ στο ελληνικό πρωτάθλημα με τον Αρη. Στα 23 του ήρθε στον Ολυμπιακό ως φτασμένος παίκτης, με συγκεκριμένα προτερήματα. Δεν ήταν καθόλου δεδομένο ότι θα δεχόταν να ξεκινήσει περίπου από την αρχή κι ο πρώτος που φάνηκε αυτό να το πιστεύει ήταν ο ίδιος ο Μπλατ, που αφού αρχικά τον χρησιμοποίησε πολύ, σταδιακά τον άφηνε στον πάγκο όλο και περισσότερο, ψάχνοντας μάλιστα παίκτες, όπως ο Κουζμίνσκας πχ, αλλά και ο ΛεΝτέι, που μπορούσαν να παίξουν στη θέση του πίσω από τον Γιώργο Πρίντεζη που ήταν ο βασικός. Κάποιος άλλος στη θέση του Βεζένκοφ θα μπορούσε να έχει ζητήσει να φύγει – το ό,τι έχει ελληνικό διαβατήριο ήταν λόγος για να τον έχει ο Ολυμπιακός στις τάξεις του, όχι λόγος για να μείνει ο ίδιος.

https://www.sportime.gr/wp-content/uploads/2020/12/Vezenkof-768x461.jpg

Ο Βεζένκοφ όμως δεν το ‘βαλε κάτω και μπράβο του: η επιστροφή του σε πρωταγωνιστικούς ρόλους έγινε μάλιστα στο σύντομο διάστημα της παρουσίας του Κεμζούρα στον πάγκο – τον θυμάμαι σαν χθες να κάνει ένα μεγάλο ματς στη Βαλένθια και να αναρωτιούνται όλοι που ήταν τόσο καιρό. Και μετά ήρθε ο Μπαρτζώκας και το νερό μπήκε στ΄αυλάκι κι όλο αυτό θα ήταν σχετικά απλό, αν πέρυσι το καλοκαίρι δεν εμφανιζόταν η προοπτική του ΝΒΑ.

Το γιατί ο Βεζένκοφ αρνήθηκε τελικά να πάει στις ΗΠΑ είναι κάτι που το ξέρει ο ίδιος. Αλλά εγώ πιστεύω πως έπαιξαν ρόλο σε αυτό και οι αδερφοί Αγγελόπουλοι, που έχουν τον τρόπο τους να μιλάνε σε παίκτες – ρωτήστε και τον Βασίλη Σπανούλη.         

Οι ανόητες αποδοκιμασίες

Καθοριστικοί υπήρξαν σίγουρα οι Αγγελόπουλοι και στην περίπτωση του Σλούκα. Τον οποίο, όταν ήταν στη Φενέρ, αρκετοί έκαναν πολλά για να τον κάνουν να πει ότι στον Ολυμπιακό δεν θα γυρίσει ποτέ και παραλίγο να τα καταφέρουν – μιλάω και για σχολιαστές και για απλούς οπαδούς που στο όνομα της οπαδικής ανοησίας έκαναν κατά καιρούς διάφορα.

Ο Σλούκας ήταν υποχρεωμένος να σηκώσει από μικρός το σταυρό του μαρτυρίου μιας σύγκρισης με τον Βασίλη Σπανούλη που ποτέ του δεν επεδίωξε. Άλλος παίκτης που τόσο νωρίς βρέθηκε στο κέντρο τέτοιων συζητήσεων μπορεί να είχε κλατάρει από την πίεση: ο Σλούκας όμως έχει νεύρα ατσάλινα. Εχουν γραφτεί εκατομμύρια λέξεις για την απόφασή του να πάει στη Φενέρ, η οποία παρουσιάστηκε ως δήθεν αδυναμία συνύπαρξης με τον Σπανούλη. Εχουν γραφτεί δεκάδες αναλύσεις για την δυσκολία του να γίνει Σπανούλης. Εχουν ειπωθεί του κόσμου οι κουταμάρες για τις επιλογές του – που υποτίθεται πως πάντα έκανε με κριτήρια που όλοι οι άλλοι ήξεραν καλύτερα από αυτόν! Όλα αυτά ήταν δημοσιογραφικές, κατά βάση, κουταμάρες που ελάχιστα άγγιξαν τον Σλούκα, που δεν ασχολείται με ό,τι λέγεται και γράφεται και πορεύεται το δρόμο του.

https://www.fosonline.gr/media/news/2022/02/26/176728/main/sloukas---vezenkof.jpg

Σίγουρα ωστόσο δεν μπορεί να μην τον άγγιξαν οι αποδοκιμασίες στο ΣΕΦ και μάλιστα δυο χρονιές στη σειρά σε ματς του Ολυμπιακού με τη Φενέρ: ο Σλούκας αποδοκιμάστηκε, όχι γιατί έφυγε από τον Ολυμπιακό, αλλά γιατί έκανε σε αυτά τα ματς καλά τη δουλειά του! Αλλά και γιατί διάφοροι καλοθελητές έσπερναν παντού ότι όταν γυρίσει θα πάει στον ΠΑΟ, ότι έχει συμφωνήσει με τον Γιαννακόπουλο κτλ κτλ.

Η αλήθεια είναι πως πρόταση ο Σλούκας να πάει στον Παναθηναϊκό είχε, και μάλιστα όχι μια: τρεις. Αλλά διάλεξε να γυρίσει στον Ολυμπιακό για δυο λόγους: πρώτον γιατί πιστεύει πως τα όσα ο Ολυμπιακός μπορεί να του δώσει δεν μπορεί να του τα δώσει καμία ομάδα στην Ελλάδα – και δεν μιλάω για χρήματα. Και δεύτερον (και για αυτό είμαι απολύτως βέβαιος) είναι γιατί ο τεράστιος αυτός παίκτης ήθελε να αναγκάσει να τον αποθεώσουν όλοι αυτοί που πολύ επιπόλαια κάποτε τον αποδοκίμασαν. Και τα κατάφερε. Χωρίς μάλιστα να «πουλάει» ότι είναι οπαδός. Αλλά δείχνοντας σε κάθε ευκαιρία πως είναι αθεράπευτα ερωτευμένος με την ευθύνη: αυτό στην περίπτωσή του είναι το πλέον αξιαγάπητο.

Η αίσθηση της δικαίωσης

Και ο Βεζένκοφ και ο Σλούκας αντλούν τη δύναμη που τους επιτρέπει να γίνονται ολοένα και καλύτεροι γιατί πέτυχαν κάτι σπουδαίο: την απόλυτη αναγνώριση, που είναι συνώνυμο της δικαίωσης. Είναι δυο τρομεροί παίκτες στους οποίους δεν χαρίστηκε απολύτως τίποτα: την καριέρα τους την έκαναν μόνοι τους, όχι μόνο με τη δουλειά αλλά και με τις επιλογές τους. Ο Βεζένκοφ διάλεξε να μείνει στον Ολυμπιακό, να δουλέψει, να λειτουργήσει στα 24 του σαν 18χρονος – στην Ελλάδα που εικοσάχρονα παιδιά μαθαίνουν να έχουν λόγο για τους ρόλους τους δεν είναι συνηθισμένο. Κι ο Σλούκας διάλεξε να γυρίσει απλά για να κλείσει στόματα. Μαγκιά τους…